Τη αυτή ημέρα (7η Δεκεμβρίου), οι Άγιοι ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ, οι εν Αφρική, ξίφει τελειούνται.

Τριακόσιοι όντες τον αριθμόν οι Άγιοι ούτοι Μάρτυρες ήσαν κατά τους χρόνους του βασιλέως Ζήνωνος εν έτει υοδ΄ (474). Άρχων δε και εξουσιαστής της Αφρικής (του πανισχύρου δηλαδή τότε κράτους των Βανδάλων ή Βανδήλων) ήτο ο αρειανός Ονώριχος, ο γενόμενος διάδοχος του πατρός αυτού Γιζερίχου. Τούτον λοιπόν τον Ονώριχον έπεισαν οι δύο Αρειανοί Επίσκοποι, Κύριλλος και Βαλλινάρδης (εν άλλοις Βυλιμάνδης), να εγείρη διωγμόν μέγαν κατά των Ορθοδόξων· ήτο δε ο διωγμός αυτός τόσον φοβερός, ώστε υπερέβη και αυτούς τους επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού γενομένους. Διότι προσέταξεν ο θηριώδης εκείνος τύραννος να διωχθώσιν όλοι οι Ιερείς των εν τη Αφρική δεκαπέντε πόλεων, αφού πρότερον αφηρέθησαν από τας Εκκλησίας των Ορθοδόξων όλα τα ιερά άμφια και κειμήλια.
Τότε οι Ορθόδοξοι, καταφεύγοντες εις ερημικήν τινα Εκκλησίαν, ετέλουν εκεί την θείαν μυσταγωγίαν· μαθόντες δε τούτο οι βάρβαροι Αρειανοί, περιεκύκλωσαν αυτήν και φέροντες ξύλα και άλλην ύλην ξηράν, έκαυσαν την Εκκλησίαν ομού με όλους τους εν αυτή ευχομένους Χριστιανούς. Ο δε Ονώριχος, επαινέσας το τόλμημα των βαρβάρων, έδωκε προσταγήν, ότι όσοι Χριστιανοί δεν αναβαπτίζονται δια του κακοδόξου βαπτίσματος των Αρειανών παρευθύς να θανατούνται. Όθεν όσοι μεν Ορθόδοξοι δεν ηδύναντο να υποφέρωσι τα προβαλλόμενα βασανιστήρια, έφευγον και έσωζον την ζωήν των, εγκαταλείποντες την πατρίδα και τας εστίας των· όσοι δε ήσαν στερεοί εις την Ορθόδοξον Πίστιν, προθύμως παρεδίδοντο εις το Μαρτύριον. Τριακόσιοι δε Ορθόδοξοι, συλληφθέντες εις την Καρχηδόνα, ετιμωρήθησαν δια θανάτου, επειδή διεβλήθησαν, ότι δεν ηθέλησαν να συμφωνήσωσι μετά των Αρειανών. Εις δε τους Ιερείς περισσοτέρας τιμωρίας εποίουν οι δυσσεβείς. Όθεν δύο μεν εξ αυτών επριόνισαν· εξήκοντα δε Ιερέων, των λογιωτέρων, απέκοψαν τας γλώσσας εξ αυτής της ρίζης. Ούτοι, διαμοιρασθέντες εις όλην την γην των Ρωμαίων, εκήρυττον χωρίς γλώσσαν την μεγαλωτάτην θαυματουργίαν, την οποίαν ενήργει ο Θεός εις αυτούς, διότι ανοίγοντες το στόμα και φαινόμενοι χωρίς γλώσσαν, τόσον αλανθάστως και καθαρώς προέφερον τας λέξεις, ώστε εξέπληττον όλους εκείνους, όσοι τους έβλεπον και τους ήκουον. Εις δε εξ αυτών, επειδή έπεσεν εις σαρκικήν αμαρτίαν, έγινεν αίτιος να αναχωρήση η θεία Χάρις εξ αυτού και πλέον δεν ηδύνατο να λαλήση ενάρθρως καθώς πρότερον, ως τούτο αναφέρουσι πολλοί συγγραφείς. Και ταύτα μεν ετολμήθησαν εις την Αφρικήν υπό των Βανδήλων (ή Βανδάλων) κατά των Ορθοδόξων, των ομολογούντων ομοούσιον με τον Πατέρα τον Υιόν και Λόγον αυτού τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Εις δε την παλαιάν Ρώμην κατά τον αυτόν καιρόν πολλά κακά εγίνοντο εναντίον των Ορθοδόξων υπό των ιδίων Αρειανιστών. Διότι η γυνή του Ρηγός της Ρώμης Οδοάκρου, Σουνίλδη ονομαζομένη, επειδή εφρόνει την αίρεσιν του Αρείου, ηνάγκαζε Ρωμαίαν τινά γυναίκα Ορθόδοξον να βαπτισθή εκ δευτέρου εις το κακόδοξον βάπτισμα εκείνου· επειδή όμως δεν ηδυνήθη να καταπείση αυτήν, προσέταξε να βαπτισθή και ακουσίως υπό του Επισκόπου των Μεδιολάνων, Αρειανού και αυτού όντος. Η δε Ορθόδοξος γυνή εξερχομένη της κολυμβήθρας, εζήτησε δύο οβολούς από την δούλην της και έδωκεν αυτούς εις τον Επίσκοπον λέγουσα· «Λάβε την πληρωμήν δια το κοινόν λουτρόν δια του οποίου με έλουσας», εξευτελίζουσα δηλαδή με τον λόγον τούτον το αρειανικόν βάπτισμα. Τούτο δε μαθούσα η Σουνίλδη, ευθύς προσέταξε και κατέκαυσαν την μακαρίαν. Όθεν ο σύζυγος αυτής, φοβηθείς την βάσανον του πυρός, προσήλθεν αυτόκλητος και εβαπτίσθη δεύτερον εις το βάπτισμα του Αρείου· ύστερον δε πορευόμενος έφιππος εις τινα ευκτήριον οίκον, ευρισκόμενον προ της πόλεως, εκεί κατεκάη ο άθλιος υπό κεραυνού, όστις έπεσεν ουρανόθεν και δια της δοκιμής έμαθεν ότι η του Θεού οργή και καταδίκη επήλθε κατ΄ αυτού δυνατωτέρα του προσκαίρου πυρός, δια του οποίου η γυνή του εκάη. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: