Ψυχοφελείς Ιστορίες και Παραβολές

http://agiooros.org/viewtopic.php?f=43&t=6791


Η αγία τράπεζα στις φλόγες

Τον περασμένο αιώνα στη Μικρασία έζησε ένας άγιος άλλ' αφανής λευίτης, ο π. Ιωάννης. Ήταν έγγαμος, οικογενειάρχης, από το Γκέλβερι της Καππαδοκίας. 
Τις καθημερινές εργαζόταν στά χωράφια, ενώ τις Κυριακές και τις γιορτές λειτουργούσε στην εκκλησία.
 
Στη θεία λειτουργία σχεδόν πάντοτε ξεσπούσε σε δάκρυα και αναστεναγμούς.
 
Την ώρα μάλιστα του καθαγιασμού η κατάνυξή του κορυφωνόταν. Οι ψάλτες έψαλλαν  το «σε υμνούμε...» όσο πιο αργά μπορούσαν, αλλά εκείνος καθυστερούσε πέντε, δέκα, δεκαπέντε λεπτά ή και περισσότερο. 'Έτσι κι εκείνοι επαναλάμβαναν τον ύμνο μέχρι πέντε ή έξι φορές.
 
Τελικά, πλησίασαν κάποτε τους επιτρόπους και τους είπαν το πρόβλημά τους. Εκείνοι με τη σειρά τους το διαβίβασαν στο λειτουργό.
 
Πατέρα  Ιωάννη, συχνά καθυστερείς την ώρα του καθαγιασμού. Οι ψάλτες και ο λαός έξω σε περιμένουν πολλή ώρα. Δεν μπορείς να λες πιο σύντομα την ευχή, για να μη γίνεται χασμωδία;
 
-Πώς θα γίνει αυτό;
 
Ειναι εύκολο. Εκεί πού είσαι πεσμένος μπρούμυτα, να σηκώνεσαι, να σταυρώνεις τα τίμια Δώρα, να λες την ευχή και να τελειώνεις. Την ευχή τη γνωρίζω, ειναι γραμμένη και στη φυλλάδα, αλλά δεν μπορώ. Γιατί δεν μπορείς, πατέρα Ιωάννη; Συγχώρεσέ μας,
 αλλά δεν είναι δύσκολο! 
Αυτό δεν εξαρτάται από μένα, απάντησε ο π. Ιωάννης. Μόλις αρχίσω να διαβάζω την ευχή, η αγία Τράπεζα κυκλώνεται από θεϊκή φωτιά πού φτάνει τα δύο-τρία μέτρα ύψος.
 
'Έτσι δεν μπορώ να πλησιάσω για να σφραγίσω τα τίμια Δώρα. Με πιάνει φόβος και τρόμος, δεν ξέρω τι νά κάνω.
 
Πέφτω τότε στο έδαφος, κλαίω, αναστενάζω και ικετεύω τον Κύριο να παραμερίσει τις φλόγες για να συνεχίσω.
 
Ύστερα σηκώνω τα μάτια. Αν έχουν χαθεί οι φλόγες, σηκώνομαι και σφραγίζω τα τίμια Δώρα.
 
Αν  όχι, τότε συνεχίζω την ικεσία με δάκρυα και στεναγμούς μέχρι να σβήσει η φωτιά ή να βρεθεί άλλος τρόπος
 πού θα μου επιτρέψει να μην καώ. 
Πότε-πότε σβήνει η φωτιά και γίνονται όλα όπως πριν.
 
'Άλλοτε πάλι χωρίζουν οι φλόγες δεξιά κι αριστερά σχηματίζοντας καμάρα, οπότε κάνω το τόλμημα, πλησιάζω τρέμοντας και σφραγίζω τα τίμια Δώρα.
 
Ακούγοντας οι χριστιανοί αυτά τα εξαίσια δεν τον ενόχλησαν άλλη φορά. Ήταν άλλωστε πολύ ευλαβής και εξαιρετικά κατανυκτικός όταν λειτουργούσε. Γι' αυτό στην ενορία του εκκλησιάζονταν πιστοί κι από γειτονικά χωριά, που περπατούσαν ώρες
 για νά φτάσουν. Μερικές φορές έρχονταν στή λειτουργία χίλιοι και περισσότεροι πιστοί, και όλοι αυτοί κατανύγονταν κι έκλαιγαν, 

στο τέλος μάλιστα της θείας αυτής μυσταγωγίας, το δάπεδο της εκκλησίας ήταν βρεγμένο από τα δάκρυά τους, λες και κάποιος είχε ρίξει νερό!

Αυγουστίνος Καντιώτης:

Αυγουστίνος Καντιώτης:

Διότι εξασφαλιζομένης της ελευθέρας κινήσεως των κληρικών ανά την Ελληνικήν επικράτειαν, οι κληρικοί εκείνοι, οι οποίοι διά λόγους κανονικούς, διά λόγους συνειδήσεως, καθρεπτιζομένης μέσα εις τα αθάνατα των Πατέρων πρότυπα, δεν δύνανται πλέον να μνημονεύουν του οικείου επισκόπου, δεν θα κλεισθούν ως αετοί εις τους κλωβούς των, αλλά θα πετάξουν, θα κινηθούν ελευθέρως, θα περιοδεύσουν απ' άκρου εις άκρον την περιοχήν, θα υψώσουν την φωνήν της Ορθοδοξίας...!



πηγή: Ελευθέρα και ζώσα Εκκλησία, Αυγουστίνου Καντιώτου,εκδόσεις Σταυρός, σελ. 121. 

http://apotixisis.blogspot.ca/

O Συναξαριστής της ημέρας.

Πέμπτη, 13 Αυγούστου 2015

Ευδοκίας βασιλίσσης,  Ανακ. λειψ. Μαξίμου ομολογητού.


Ἦταν κόρη τοῦ ἀθηναίου φιλοσόφου Λεοντίου καὶ γεννήθηκε τὸ 401 μ.Χ. Σπούδασε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴ γραμματική, τὴ ρητορικὴ καὶ τὴ φιλοσοφία. Ὅταν πέθανε ὁ Λεόντιος, ἄφησε ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς γιούς του, καὶ σ’ αὐτὴν ἄφησε μόνο 100 χρυσὰ νομίσματα. Ὅταν, λοιπόν, ᾖλθε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ διεκδικήσει τὰ κληρονομικά της δικαιώματα, παντρεύτηκε τὸν Θεοδόσιο τὸν Β’, μέσῳ τῆς ἀδελφῆς του Πουλχερίας, ποὺ εἶχε κατενθουσιαστεῖ ἀπὸ τὰ σπάνια χαρίσματα τῆς ἀθηναίας κόρης. Ἔτσι βαπτίστηκε χριστιανὴ καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Εὐδοκία, ἀπὸ Ἀθηναΐδα ποὺ τὴν ἔλεγαν πρῶτα. Ἡ Εὐδοκία ἀπὸ τὴ φύση της γυναῖκα σεμνή, δὲν ἀνακατεύθηκε καθόλου μὲ τὶς βασιλικὲς ὑποθέσεις. Τὴν εἵλκυσε περισσότερο ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπεδίωξε νὰ ἐπισκεφθεῖ τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ὅταν ὁ σκοπός της πραγματοποιήθηκε, αἰσθάνθηκε τὴν ψυχή της νὰ φτερουγίζει στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιστροφή της, ὅμως, στὴ Βασιλεύουσα, ἐπεφύλασσε ἐκπλήξεις. Οἱ σχέσεις της μὲ τὸν Θεοδόσιο ψυχράνθηκαν, λόγω συκοφαντιῶν. Γι’ αὐτό, μὲ τὴν ἄδεια του ἐπέστρεψε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου ἵδρυσε πολλὰ μοναστήρια. Καὶ μὲ προσευχή, μελέτη καὶ «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι», τελείωσε τὴν ζωή της.

ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΙΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Ω θαύμα των ποτέ θαυμάτων, τα οποία είδον οι άνθρωποι! Η Βασίλισσα του παντός πως άπνους τίθεται; Η Μήτηρ του Ιησού πως απέθανε; Σύ είσαι, Παρθένε, το κήρυγμα των Προφητών. Σύ είσαι το κήρυγμα το ιδικόν μας. Σε προσκυνούν οι άνθρωποι. Σε δοξάζουν οι Άγιοι. Χαίρε λοιπόν Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου, και διά Σου μεθ’ ημών. Μετά του Γαβριήλ Σε υμνούμεν, μετά των Αγγέλων Σε δοξάζομεν, μετά των Προφητών Σε εγκωμιάζομεν, ότι Σε εκήρυττον οι Προφήται, διά Σε επροφήτευσαν άπαντες. Ο Αββακούμ Σε είδεν ως όρος σύνδεδρον, ότι Σύ είσαι εσκεπασμένη από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. 
Ο Δανιήλ Σε εθεώρησεν ως όρος και αυτός, από το οποίον όρος χωρίς σποράν ανδρός εγεννήθη ο στερεός και ισχυρός Βασιλεύς, ο Χριστός. Σε είδεν ο δίκαιος Ιακώβ ως κλίμακα, από την γέννησίν Σου ο μέν Θεός κατέβη και συνέφαγε και συνέπιε με ημάς, ημείς δε οι δούλοι Αυτού μέλλει να αναβώμεν εις τους ουρανούς. Αλλά και Σύ ιδού, ότι αναβαίνεις πρωτύτερα από ημάς. Χαίρε, Παρθένε, ότι ο Γεδεών πόκον Σε είδεν, ο Δαβίδ Παρθένον και Θυγατέρα και Βασίλισσαν. Ο Ησαίας Μητέρα του Θεού Σε ονομάζει. Ο Ιεζεκιήλ Πύλην, και όλοι οι Προφήται Σε ενεκωμίασαν.

Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος

Ἡ ψυχρότητα στὴν προσευχὴ ὀφείλεται εἴτε σὲ ψυχικὴ κόπωση εἴτε σὲ πνευματικὸ κορεσμὸ εἴτε σὲ σωματικὲς ἀπολαύσεις καὶ ἀναπαύσεις εἴτε σὲ πάθη, ποὺ κυριεύουν τὴν ψυχή, προπαντὸς στὴν ἔπαρση. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐνάντια στὴν πνευματικὴ ζωή, μέσα στὴν ὁποία κεντρικὴ θέση κατέχει ἡ προσευχή. Ἔτσι, πρῶτα καὶ κύρια προκαλοῦν τὸ στέρεμα τῆς πηγῆς τῆς προσευχῆς μέσα μας. Αὐτό, ὅμως, μπορεῖ νὰ oφείλεται καὶ σὲ ἀπομάκρυνση τῆς χάριτος, ποὺ συμβαίνει μὲ θεία παραχώ. Και να γιατί:Καὶ νὰ γιατί:Καὶ νὰ γιατί:

Ὅταν ἡ ψυχὴ μας φλέγεται ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τὴν καρδιὰ μας ξεχύνεται ὁλόθερμη προσευχή, δὲν ἔχουμε παρὰ ἐλεητικὴ ἐπίσκεψη τῆς χάριτος. Ἐμεῖς ὅμως, ὅταν ἡ εὐλογημένη αὐτὴ κατάσταση παρατείνεται γιὰ πολύ, νομίζουμε ὅτι κατορθώσαμε κάτι σπουδαῖο μὲ τὸ δικό μας ἀγώνα καὶ κυριευόμαστε ἀπὸ τὴν κενοδοξία.

Επίθεση λαθραίων σε αστυνομικούς



Κραυγή αγωνίας από τον δήμαρχο: "Θα χυθεί αίμα"! Με C-130 έφτασαν δύο διμοιρίες των ΜΑΤ. Μηνύματα συμπαράστασης στον αρχιφύλακα που τέθηκε σε διαθεσιμότητα για το... χαστούκι!
Ξεσηκώνονται οι κάτοικοι των ελληνικών νησιών -τα οποία κατακλύζονται καθημερινά από τις στρατιές των λαθρομεταναστών- ύστερα από τις απρόκλητες επιθέσεις Σύρων, Αφγανών και Πακιστανών εναντίον αστυνομικών, ανδρών του Λιμενικού και ανυποψίαστων πολιτών.
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν το εκρηκτικό σκηνικό που στήθηκε χθες το μεσημέρι στην Κω, με εκατοντάδες θρασύτατους λαθρομετανάστες να αρνούνται να μπουν στον χώρο που διαμόρφωσε ο δήμος ειδικά για τη φιλοξενία τους, στο παλιό Στάδιο Ανταγόρας, να κλείνουν κεντρικούς δρόμους, εμποδίζοντας ακόμα και πεζούς ή ποδηλάτες, να στρέφονται κατά των ανδρών της Αστυνομίας και να πετούν προκλητικά μπουκάλια σε διερχόμενα οχήματα.
Η κατάσταση στο νησί ξέφυγε από κάθε έλεγχο, όταν περισσότεροι από 1.000 λαθρομετανάστες συγκεντρώθηκαν στον κεντρικό παραλιακό δρόμο της Κω (οδός Βασιλέως Γεωργίου), προκειμένου να διαμαρτυρηθούν (!) για την καθυστέρηση στις διαδικασίες ταυτοποίησής τους. «Θέλουμε χαρτιά» φώναζαν ρυθμικά, ενώ κάποιοι κινήθηκαν απειλητικά εναντίον των ανδρών της Αστυνομίας, οι οποίοι βρίσκονταν στο Στάδιο Ανταγόρας, προκειμένου να διευκολύνουν τους λαθρομετανάστες να εγκατασταθούν στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο. Σε μια προσπάθεια να αποκρούσουν την επίθεση, αστυνομικοί βγήκαν στους δρόμους με πυροσβεστήρες και κλομπ και κατάφεραν τελικά να απομακρύνουν το εξαγριωμένο πλήθος.
"Θα χυθεί αίμα"
Οι κάτοικοι του νησιού βρίσκονται πλέον στα όριά τους, ενώ ο δήμαρχος Κω Γιώργος Κυρίτσης

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Συνέντευξη - ''Δεν ήμουν ποτέ οικουμενιστής''