Οραματιζόμαστε την αυγή μιας νέας «Κυριακής της Ορθοδοξίας» να ανατέλλη.

Οι Λατίνοι και οι προτεστάντες, δυστυχώς, εφ’ όσον ακολουθούν πεπλανημένον τρόπον σαρκικής ζωής, δεν πρόκειται να δουν το φως της Ορθοδοξίας και της Θεογνωσίας. Αποθανούνται εν ταις αμαρτίαις των, εκτός εάν ο Θεός, – οις επίσταται κρίμασι – φωτίση το σκότος των. Δια τούτο αδιστάκτως φρονούμε ότι το επαναλαμβανόμενο τροπάριο εκ των Πατριαρχικών χειλέων, «δεν έχομεν διαφοράς, ουδέν μας χωρίζει προς την ένωσιν», μόνο εχθρός των ανθρώπων θα μπορούσε να το είπη, μόνο «ο απ’ αρχής ανθρωποκτόνος» ηδύνατο να το διακηρύξη, μόνο ο Άδης θα ηδύνατο να το εφεύρη, ως αντίθεον. Διότι δεν φθάνει ότι φθείρει το σωτήριο ορθόδοξον φρόνημα των ήδη ορθοδόξων λαών, αλλά στερεώνει εις την δαιμονική πλάνη και αίρεσιν τόσα εκατομμύρια αιρετικών, αυτών που ζουν σήμερα και εκείνων που θα έλθουν μέχρι συντελείας. Εάν κηρύγματα τοιαύτης τρομακτικής σημασίας και από τόσον υψηλάς καθέδρας, μας αφήνουν αδιάφορους, δεν έχουμε κάθε δικαίωμα να υποστηρίζουμε ότι, οι ηγετικήν έχοντες θέση εις την Εκκλησία κληρικοί και λαϊκοί εις κάποιο σημείο εκ των τριών—πίστη, γνώση, βίωση—νοσούν; Αλλ’ υπάρχει ευσεβής κλήρος και λαός, που έχει αντιληφθή την έκταση και το βάθος της κατάστασης. Και φυσικά θα αναλάβη την πρωτοβουλία προς εκκαθάριση της θέσης του. Ζήτημα χρόνου είναι η εκδήλωση μιας ορθοδόξου κίνησης προς αναστολή της φθοράς, που προσγίνεται εις την Εκκλησία από τους ποιμένες και τους διδασκάλους της, των μεν κακώς διδασκόντων, των δε αθλίως σιωπώντων. Αυτός ο κλήρος και ο λαός, αναλαμβάνοντες τις ευθύνες των θα σαλπίσουν το «στώμεν καλώς εις την βάση της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Κάποιοι Επίσκοποι θα συγκινηθούν και θα ηγηθούν του Ορθοδόξου αγώνα προς περισυλλογή και αναστολή του ενεργουμένου Ουνιτισμού μας. Οραματιζόμαστε την αυγή μιας νέας «Κυριακής της Ορθοδοξίας» να ανατέλλη. 

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Κυριακή του Παραλύτου - Ο άγ. Πέτρος Άργους

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΝ

Ξενιτευμένος ορθόδοξος χριστιανός, με άγχος στην ψυχήν, επανήλθε στην πατρώαν γην της Ελλάδος, ύστερα από δεκαετή παραμονήν εις την Δύσιν, όπου εσπούδαζε φιλοσοφίαν. Του συνέστησαν κάποιον μοναχόν—Γέροντα ασκητήν του Αγίου Όρους δια να εύρη λύσιν εις τα προβλήματά του, που δεν του την έδιδε η φιλοσοφία. Με τον φιλόσοφον αυτόν συνηντήθην εις το ασκητήριον του Γέροντος αυτού μετά τας αγίας εορτάς της θεοφανείας εν ανθρώποις. Ο ασκητής ήτο παλαιός φίλος, τιμώμενος δια την αγιότητα του βίου του και την ένθεον σοφίαν του. Καταγράφω και παραδίδω τον διάλογον πιστώς, όπως τον απετύπωσα σε σημειώσεις και όπως διεξήχθη μέσα στην βαθείαν σιωπήν της ερήμου του Άθω, σε δύο διαστήματα, την νύκτα και την αυγήν, με το φως της κανδήλας μόνον.