Ἱστορική ἀναδρομή τῆς προσεγγίσεως Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν κατά τόν 20oν αἰώνα.


ρχιμ. ωάσαφ Μακρ,
ερς Μονς Μεγάλου Μετεώρου




 Στήν στορική ατή νασκόπηση θά κθέσουμε, ν συντομί, τά σπουδαιότερα πό τά γεγονότα ατά στηριζόμενοι στά αθεντικά κείμενα, τά πορίσματα, τίς δηλώσεις, τίς συνεντεύξεις, καθώς καί στίς ργασίες καταξιωμένων καί κοινά ποδεκτν μελετητν, πού τίς περισσότερες φορές μάλιστα ποτελον τούς πίσημους κφραστές ποστηρικτές τς οκουμενικς κινήσεως καί τν πιλογν το Οκουμενικο Πατριαρχείου τό ποο πρωτοστάτησε σ’ ατή τήν προσέγγιση.

 Στίς μέρες μας ναπτύσσεται διαίτερη δραστηριότητα στόν τομέα τς Oκουμενικς Kινήσεως καί γίνεται ερύτατα λόγος γιά τήν προσέγγιση ρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικν καί τήν πορεία πρός τήν «νότητα τν κκλησιν».
Τήν πορεία ατή σημάδεψαν μία σειρά πιλογές, ποφάσεις καί γεγονότα στήν διάρκεια το 20ο αώνα, τά ποα θά παρουσιάσουμε στό παρόν κείμενο.
Στήν στορική ατή νασκόπηση θά κθέσουμε, ν συντομί, τά σπουδαιότερα πό τά γεγονότα ατά στηριζόμενοι στά αθεντικά κείμενα, τά πορίσματα, τίς δηλώσεις, τίς συνεντεύξεις, καθώς καί στίς ργασίες καταξιωμένων καί κοινά ποδεκτν μελετητν, πού τίς περισσότερες φορές μάλιστα ποτελον τούς πίσημους κφραστές ποστηρικτές τς οκουμενικς κινήσεως καί τν πιλογν το Οκουμενικο Πατριαρχείου τό ποο πρωτοστάτησε σ’ ατή τήν προσέγγιση.
Ο στορικές ρίζες τς προσεγγίσεως ρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικν καί ν γένει τς Oκουμενικς Kινήσεως βρίσκονται στίς δύο γκυκλίους το Οκουμενικο Πατριαρχείου, ατές το 1902 καί το 1920. Μέ τίς δύο ατές γκυκλίους, καί κυρίως μέ ατή το 1920, τό Οκουμενικό Πατριαρχεο πέφερε μία τομή στήν μέθοδο προσεγγίσεως τν τεροδόξων καί στήν θεολογική βάση πί τς ποίας στηρίζεται ατή προσέγγιση.
«Ατό πού αφνιδιάζει», παρατηρε π. Γ. Μεταλληνός, «εναι χρησιμοποιούμενη στό κείμενο ατό γλώσσα. Χωρίς καμμία, καί στό λάχιστο, κίνηση πιστροφς το προτεσταντικο κόσμου στήν κκλησιαστικότητα, καί ν 32 χρόνια πρίν εχε δογματισθε τό παπικό λάθητο στήν Α΄ Βατικανή (1870), ο χριστιανικές αρέσεις τς Δύσεως καλονται ‘α δύο μεγάλες το Χριστιανισμο ναδενδράδες’» (Πρωτοπρεσβυτέρου Γ. Μεταλληνο, Οκουμενικό Πατριαρχεο καί Οκουμενισμός, Πρακτικά Διορθόδοξου πιστημονικο Συνεδρίου: Οκουμενισμός, Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Τόμος Α΄, κδ. Θεοδρομία, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 237-238).
Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα ατόν τόν αφνιδιασμό κ μέρους το Οκουμενικο Πατριαρχείου καί τήν τομή πού πέφερε μέ τίς δύο γκυκλίους του (1902 καί 1920) στά θεολογικά, λλά καί στορικά δεδομένα τς ποχς, θά ναφερθομε σέ κάποια συγκεκριμένα γεγονότα πού προηγήθηκαν καί πού εναι δηλωτικά το πνεύματος πού πικρατοσε τήν περίοδο κείνη, τό ποο κάθε λλο παρά τόν διάλογο καί τήν προσέγγιση μέ τό Βατικανό ενοοσε.

Συνεχίζεται.



ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Π. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ 15ου ΚΑΝΟΝΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩTΟΔΕΥΤΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ.


Μοναχός Ιωσήφ
Άγιον Όρος


 Δεν υπήρχαν όμως Πατριάρχες και Επίσκοποι μόνον εκ των διαφόρων αρειανικών ομάδων οι οποίοι συνυπήρχαν μετά των ορθοδόξων σε μία επισκοπή, αλλά και άλλων μερίδων όπως π.χ. των Ναυατιανών, οι οποίοι εποίμαναν τα ποίμνιά τους εν μέσω των υπολοίπων. Για παράδειγμα στον θρόνο της Κων/λεως είχαν ανέβη επίσκοποι εξ αυτών όπως οι Ακέσιος, Αγέλιος, Σισίνιος, Μαρκιανός κ.ά. (Πατριαρχικοί Πίνακες σ. 140-141). Η αλήθεια βεβαίως είναι ότι η ύπαρξη πολλών επισκόπων σε μία πόλη ή και ενός μόνου εξαρτιόταν α) από το εάν υπήρχε ποίμνιο ώστε να δικαιολογήται η ύπαρξη επισκόπου, διότι ποια θα ήταν άλλως το νόημα της υπάρξεως αυτού;  Β) από την διάθεση της κοσμικής εξουσίας να ανεχθή αυτού του είδους τις καταστάσεις, και όχι δια εκκλησιαστικούς λόγους ως υπαινίσεται ο π. Ευθύμιος. Και αυτός ήταν ο λόγος όπου βλέπομε πολλές φορές να κατέχονται οι επισκοπικοί θρόνοι μόνον από τους αρεστούς στους εξουσιαστές, είτε ορθοδόξους, είτε αιρετικούς, μη επιτρέποντες σε ουδένα άλλον να διεισδύση, ενίοτε ούτε καν δια απλό προσηλυτισμό. Την γνώμη λοιπόν του π. Ευθυμίου ότι «Δεν έχομε όμως εις την εκκλησιαστική ιστορία παράδειγμα κατά το οποίο εις τον καιρό της αιρέσεως να υπάρχουν εις ένα και τον αυτόν τόπο και να λειτουργούν παράλληλα δύο Σύνοδοι, των Ορθοδόξων δηλαδή και των αιρετικών, υπό την έννοιαν ότι οι Ορθόδοξοι αποτειχίστηκαν από τους αιρετικούς και ετοποθέτησαν σε άλλες παράλληλες θέσεις Επισκόπους, χωρίς φυσικά να καταδικασθή η αίρεσις και συνοδικώς»(σ. 314), θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσωμε το ολιγώτερο πεπλανημένη, αν όχι κάτι άλλο…  καθώς η εκκλησιαστική ιστορία αποδεικνύει εντελώς τα αντίθετα! Δεν θα επεκταθώμε άλλο σε αυτό το θέμα διότι ήδη υπερέβημε το ένα ζητηθέν παράδειγμα…

Συνεχίζεται.


Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς. Eρμηνεία του 15ου Κανόνος από το νέο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε.


Συζητώντας δημοσίως μέ κάποιους Πατέρες τῆς μονῆς Ἐσφιγμένου (ὄχι τῆς «μαϊμοῦ» τήν ὁποία κατεσκεύασε προσφάτως ἡ Ἱ. Κοινότης, ἀλλά τῆς κανονικῆς) ὡμολόγησαν ὅτι δι’ αὐτούς τό θέμα τοῦ ἡμερολογίου εἶναι σημαντικό καί δέν δύνανται νά ἐπικοινωνήσουν ἐκκλησιαστικά μέ κάποιον, ὁ,τιδήποτε κι ἄν κάνη ἀπό πλευρᾶς ἀντιοικουμενιστικοῦ ἀγῶνος, ἄν δέν ἀκολουθῆ τό παλαιό ἡμερολόγιο.
Ἐφ’ ὅσον λοιπόν τό ἡμερολόγιο, αὐτό καθ’ ἑαυτό, εἶναι αἰτία χωρισμοῦ καί ἐκκλησιαστικῆς διαστάσεως, ἀναμφισβήτητα τό ἔχουν ἀναγάγει σέ θέμα πίστεως, δηλαδή δογματικό ζήτημα, διότι μόνο αὐτά μᾶς νομιμοποιοῦν στήν ἀποστασιοποίησι καί ἀποτείχισι ἀπό κάποιους. Ἴσως, κατά μία προσωπική ἐκτίμησι, νά μήν ἔπρεπε νά γίνη ἡ ἀποτείχισις ἐξ’ αἰτίας τῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου δι’ ὅλους τούς λόγους πού προαναφέραμε, οἱ ὁποῖοι συνοψίζονται εἰς τό ὅτι τοῦ ἀποδίδομε δογματικό χαρακτῆρα, ἀλλά νά ἐγίνετο ἡ ἀποτείχισις διά τήν αἱρετική ἐγκύκλιο τοῦ 1920, τήν ὁποία ἐξέδωσε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, καί ὑπῆρξε ἡ ἀφετηρία τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐπισήμως καί συνοδικῶς. 

H συνέχεια, ‘’κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more

π. Θεόδ. Ζήσης. Σχόλια στην εκκλησιαστική επικαιρότητα


Δημοσιεύτηκε στις 4 Ιούν 2012 από 
π. Θεόδωρος Ζήσης - Σχόλια στην εκκλησιαστική επικαιρότητα (3/6/2012)
Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/9EF4647C.el.aspx

Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς) : Άνθρωπος και Θεάνθρωπος.


Ο άνθρωπος!...  Όλα τα κτίσματα σιγούν εμπρός εις αυτό το εξαιρετικώτατον θαύμα όλων των κόσμων. Ωσάν να έχη συγκεντρώσει ο Θεός όλα τα θαύματα από όλους τους κόσμους Του και να έχη συνοψίσει εις εν, εις τον άνθρωπον. Δια της ψυχής τον συνέδεσε με τον πνευματικόν κόσμον και δια του σώματος με τον αισθητόν κόσμον και έτσι τον άφισεν εις το μέσον αυτής της ζωής. Δια τούτο τον άνθρωπον τον έλκουν εξ ίσου τα μυστήρια του πνευματικού κόσμου και η γοητεία του υλικού κόσμου. Ο άνθρωπος είναι τεντωμένος με όλο το είναι του μεταξύ των δύο κόσμων ωσάν μία κλωστή. Δια τούτο το μυστήριον της ανθρωπίνης υπάρξεως έχει μετατρέψει την περί του ανθρώπου ανθρωπίνην σκέψιν εις κραυγήν και σπαραγμόν και θρήνον, εις πένθος δια τον άνθρωπον. Και αυτό έως ότου ο Λόγος έγινεν άνθρωπος. Διότι γενόμενος άνθρωπος ο Θεός Λόγος, εξήγησεν εις τους ανθρώπους τον άνθρωπον και ελογοποίησε (εχριστοποίησε) και ενοηματοποίησε την ζωήν του και εις αυτόν και εις τον άλλον κόσμον.                                                                                                                                                     Μόνον δια του Θεανθρώπου, επέστρεψεν ο άνθρωπος εις εαυτόν. Διότι εις το βάθος του πολυπλόκου είναι του, είναι λογικός. Δεν υπάρχει άνθρωπος τον οποίον να μη φωτίζη ο Λόγος κατά την είσοδόν του εις αυτόν τον κόσμον και εις αυτήν την ζωήν (πρβλ. Ιωάνν. 1,9). Παν ό,τι είναι ανθρώπινον, έως ότου δεν επιστρέψη προς τον Θεάνθρωπον, έως ότου δεν λογοποιηθή και θεανθρωποποιηθή, παραμένει παρά-λογον, α-νόητον και εις την βάσιν του απ-άνθρωπον. Διότι ο άνθρωπος είναι αληθινός άνθρωπος μόνον δια του Θεανθρώπου και εν τω Θεανθρώπω. Ο έσχατος σκοπός της ενανθρωπήσεως του Λόγου έγκειται ακριβώς εις το να λογοποιήση (χριστοποιήση) και θεώση τον άνθρωπον εις όλον το είναι του. Ο Θεός Λόγος έγινεν άνθρωπος δια να λογοποιήση και θεώση τον άνθρωπον: και την ψυχήν του και το σώμα του, και την σκέψιν του, και την αίσθησίν του, και παν ό,τι καθιστά τον άνθρωπον άνθρωπον. Άνευ αυτής της εν τω Θεώ Λόγω λογοποιήσεως και θεώσεως, και η ψυχή μας και το σώμα μας και η σκέψις μας και αι αισθήσεις μας είναι τέρατα και φαντάσματα και φρίκη. Διότι τι μας χρειάζονται πράγματι όλα αυτά; Δια να τρεμοσβήνωμεν άφωνοι και να παγώνωμεν αντικρύζοντες τον θάνατον και όλον το χάος της ζωής;…

M. Αντώνιος : ΔΥΣΚΟΛΗ ΑΛΛΑ ΚΑΤΟΡΘΩΤΗ Η ΑΡΕΤΗ



Πρέπει νὰ μὴ λέμε ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπο νὰ ἐπιτύχει ἐνάρετο βίο, ἀλλὰ μόνον ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο. Οὔτε εἶναι εὔκολο νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν αὐτὸ οἱ τυχόντες ἄνθρωποι. Συμμετέχουν σὲ ἐνάρετη ζωὴ ὅσοι εἶναι εὐσεβεῖς καὶ ἔχουν νοῦν θεοφιλῆ (ποὺ σκέπτονται ὅπως ἀρέσει στὸ Θεό). Γιατὶ κοινὸς νοῦς, εἶναι κοσμικὸς (σκέπτεται κατὰ τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου) καὶ εὐμετάβολος, ποὺ παρέχει νοήματα ἀγαθὰ καὶ κακά, ἀφοῦ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὰ φυσικὰ πράγματα καὶ ρέπει πρὸς τὴν ὕλη.
Ἐνῷ θεοφιλὴς νοῦς, τιμωρεῖ τὴν κακία τὴν ὁποία ἐνσωματώνονται αὐτοπροαίρετα οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ ρᾳθυμία.

Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Του Αγίου  Ἰωάννου του Χρυσοστόμου
Πηγή:   http://anavaseis.blogspot.ca/ 

«....Καὶ εἰς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον καὶ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν πατρὶ καὶ υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν....»

Τὴν Δευτέρα μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸ ὁποῖο ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός. Εἶναι ὁμοούσιο μὲ τὰ πρόσωπα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ κατὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως «συνπροσκυνεῖται καὶ συνδοξάζεται» μὲ τὸν Πατέρα καὶ μὲ τὸν Υἱό, ἴσο κατὰ τὴ λατρεία καὶ τὴν τιμή.

Τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος:


H συνέχεια, ‘’κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more


π. Θεόδωρος Ζήσης - Κυριακή της Πεντηκοστής.


Δημοσιεύτηκε στις 3 Ιούν 2012 από 
π. Θεόδωρος Ζήσης - Κυριακή της Πεντηκοστής- mp3
Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/51F6C111.el.aspx 

Η αναξιότητα τών Οικουμενιστών ιερέων

Τότε ένας ησυχαστής μου υπενθύμισε την περίπτωση του ασκητού πού, μετά την άλωση τής Κωνσταντινουπόλεως, είδε επάνω στήν αγία Πρόθεση ερειπωμένου Ναού, μία γουρούνα με τα νεογνά της και άρχισε να κλαίει και νά οδύρεται. Τότε ενεφανίσθη Άγγελος Κυρίου και του λέγει· Αββά, τί κλαίεις; Γνωρίζεις ότι, αυτό πού είδες, είναι πιο ευάρεστον στόν Κύριον από την αναξιότητα τών ιερέων, πού λειτουργούσαν; Και ο Αγγελος εγένετο άφαντος.
(από το κείμενο του Θεόκλητου Διονυσιάτη:Μελαγχολικές ενοράσεις).

Taufgedächtnis